Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht
όμορφος
1. καθιστώ κάποιον ή κάτι όμορφο, εξωραΐζω («κι ο ήλιος όλα τα ομορφαίνει», Παλαμ.)
2. γίνομαι όμορφος ή ομορφότερος («μεγάλωσε και ομόρφηνε»).