ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone
ὁποσάπους, -ουν (Α)(σε πλάγ. ερώτ.) πόσων ποδών ως προς το μήκος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πούς, ποδός (πρβλ. οκτά-πους)].