οφθαλμοστατήρ
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
Greek Monolingual
οφθαλμοστατήρ, -ήρος, ο (Α)
χειρουργικό εργαλείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀφθαλμός + στατήρ.
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
οφθαλμοστατήρ, -ήρος, ο (Α)
χειρουργικό εργαλείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀφθαλμός + στατήρ.