τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
-η, -ο, Ν(για άνθη και κάλυκες) αυτός που φέρει τέσσερα σέπαλα.[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + σέπαλο].