νόσημα γὰρ αἴσχιστον εἶναί φημι συνθέτους λόγους → for I consider false words to be the foulest sickness
-ή, -ό, Ν τουρλώνω1. φουσκωτός, εξογκωμένος2. αυτός που προεξέχει. επίρρ...τουρλωτά Νμε τρόπο που να προεξέχει κάτι.