υποκοτύλιο

From LSJ
Revision as of 12:59, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (43)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336

Greek Monolingual

το, Ν
βοτ. το τμήμα του βλαστιδίου και του βλαστού του νεαρού αρτιβλάστου το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στο ριζίδιο του εμβρύου ή του νεαρού αρτιβλάστου και στις κοτυληδόνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο)- + κοτύλη.