κατ' ἐπιταγήν τοῦ αἰωνίου Θεοῦ → by command of the eternal God, by command of God eternal
Κελτίς, ἡ (Α)βλ. Κελτός.
Κελτίς: ίδος adj. f кельтская: χιόσι Κελτίσι νιφόμενος Anth. занесенный кельтскими снегами.