φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
εὐαγῶς ;; εὐαγέως ;; ἱερωστί ;; ἱρωστί ;; δεισιδαιμόνως ;; εὐφήμως ;; εὐφάμως ;; θείως