одерживать верх
From LSJ
Γυνὴ γυναικὸς πώποτ' οὐδὲν διαφέρει → Nihil propemodum mulier distat mulieri → Zwischen erster Frau und zweiter ist kein Unterschied
Russian > Greek
ἐπιπολάζω ;; περιγίγνομαι ;; περιγίνομαι ;; παραμιλλάομαι ;; ἐκνικάω ;; κατορθόω ;; Φερένικος