díctamo
From LSJ
Ὀργὴ φιλούντων ὀλίγον ἰσχύει χρόνον → Amantis ira ferre aetatem non potest → Der Zorn von Liebenden hat Macht nur kurze Zeit
Spanish > Greek
ἀγριοβλησκούνιον, ἀγριοφλησκούνι, ἀγριοφλησκούνιον , ἀγριοφλισκούνι, ἀρτεμιδήιον, ἀρτεμίδιον, βελουλκός, βλήχων, δικταμνοειδής, δίκταμνον, δίκταμον, δίψακος, δορκάδιον, ἐλαιοτόκος