Ζήλου τὸν ἐσθλὸν ἄνδρα καὶ τὸν σώφρονα → Probi viri esto temperantisque aemulus → Dem Edlen eifre nach und dem Besonnenen
Menander, Monostichoi, 192
French (Bailly abrégé)
ao. de προπέμπω.
Russian (Dvoretsky)
προὔπεμψα: стяж. aor. к προπέμπω.
Greek (Liddell-Scott)
προὔπεμψα: ἀντὶ προέπεμψα, Ὄμηρ.
Greek Monotonic
προὔπεμψα: συνηρ. αντί προ-έπεμψα.