Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
adj.
V. ἔξηβος, P. οἱ ὄντες ἐν τῇ καθεστηκυίᾳ ἡλικίᾳ (Thuc. 2, 36).