πληγέντες αὐτόχειρι σὺν μιάσματι → brothers smitten by mutual slaughter
subs.
P. and V. παρασκευή, ἡ, P. κατασκευή, ἡ. Dress: P. and V. σκευή, ἡ, στολή, ἡ (Plat.); see dress.