μουσόθετος
From LSJ
Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε, μὴ καθυστέρει → Cura hospitalis esse nec in hoc sis piger → Sei stets auf Gastfreundschaft bedacht und säume nicht
Greek Monolingual
μουσόθετος, -ον (Α)
αυτός που κατασκευάστηκε με μουσική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + -θετος (< τί-θη-μι) πρβλ. αστρόθετος, οικόθετος].