Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
[Seite 523] νοῦσος, verzehrend, Sp.
δάπτρια: ἡ, θηλ. τοῦ προηγ., δ. νοῦσος, καταβιβρώσκουσα, Γρηγ. Ναζ. 2. 121Β· δάπτειραν ἐδωδὴν αὐτόθι 172C.