ἥλιον ἐν λέσχῃ κατεδύσαμεν → we let the sun go down in talk, we let the sun go down in conversation
ἀποτεταγμένως: ἐπίρρ. παθ. πρκμ., ὡρισμένως, ἀποκλειστικῶς, Ὠριγέν. Κατὰ Κέλσ. 4. σ.198.