τιμήσεσθαι τοιούτου τινὸς ἐμαυτῷ → estimate the penalty for myself at so high a rate
ὑψόλοφος: -ον, = ὑψίλοφος, διάφορ. γραφ. ἐν Ἱππ. Ἐπιστ.