Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
πάμποτε: πάντοτε, Κ. Πορφυρογ. Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 446, 17.