Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
νοσσοποιέω: συγκεκομ. ἀντὶ νεοσσοποιέω, Ἑβδομ. (Ἡσαΐ. ΙΓ΄, 22).