ἀαδεῖν

From LSJ
Revision as of 09:13, 19 August 2017 by Spiros (talk | contribs)

Ῥᾳθυμίας περίφευγε (γὰρ φεῦγε) καὶ κακοὺς φίλους → Malos amicos et levitatem omnem fuge → Die schlechten Freunde meide und Vergnügungssucht

Menander, Monostichoi, 467

Greek (Liddell-Scott)

ἀαδεῖν: «ὀχλεῖν, λυπεῖσθαι, ἀδικεῖν· ἀπορεῖσθαι, ἀσιτεῖν», καθ’ Ἡσύχ. ἀλλ’ ἴδ. καὶ Σουΐδ. Ἀμφοτέρων ὅμως αἱ ἑρμηνεῖαι φαίνονται συγκεχυμέναι. Ἴσως σημαίνει «μὴ ἀρέσκειν».

Spanish (DGE)

ὀχλεῖν, ἀπορεῖν Et.Gud., cf. Hsch., Phot.α 5.

• Etimología: Prob. ἀ- priv. + contaminación de la r. que se encuentra en ἅδην y de la de ἡδύς q.u.