ἀκαταπολέμητος
From LSJ
Γλώσσης μάλιστα πανταχοῦ πειρῶ κρατεῖν → Linguae modum tenere praecipuum puta → Zumeist die Zunge such' zu zügeln überall | Zumeist bezäme deine Zunge überall
Greek (Liddell-Scott)
ἀκαταπολέμητος: -ον, ὃν δὲν δύναταί τις νὰ καταπολεμήσῃ, Ἐπιφ. Ἀγκυρ. τόμ. 2, σ. 20.
Spanish (DGE)
-ον invencible Epiph.Const.Anc.14.