Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
ἀλθαίνω, ἀλθέω, ἀκέομαι, ἀπονοσέω, διεκφυγγάνω, ἐκφυγγάνω, ἀποκαθίστημι