Αἰγίπλαγκτον

From LSJ

δύο ἀρνήσεις μίαν συγκατάθεσιν ποιοῦσι → two negatives make an affirmative

Source

Russian (Dvoretsky)

Αἰγίπλαγκτον: ὄρος τό Эгипланкт, «Посещаемая козами гора» (гора в Мегариде) Aesch.