Φερσεφάσσια

From LSJ

ἑωλοκρασίαν τινά μου τῆς πονηρίας κατασκεδάσας → having discharged the stale dregs of his rascality over me

Source

Greek Monolingual

τὰ, Α Φερσέφασσα
εορταστική εκδήλωση στην Κύζικο.