Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

άλφιτα

From LSJ

Greek Monolingual

ἄλφιτα, τα (Α)
βλ. άλφιτον.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Πληθ. της λ. ἄλφι.
ΠΑΡ. αρχ. ἄλφιτον.