απελευθερωτικός

From LSJ

νὴ Δί᾿, ὦ φίλη γύναι, λεγε → yes, dear lady, speak | yes, dear lady, do speak up

Source

Greek Monolingual

-ή, -ό
(πόλεμος κ.λπ.) που οδηγεί στην απελευθέρωση.