απλωτός
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
Greek Monolingual
-ή, -ό
1. απλωμένος, εκτεταμένος
2. (για άνθρωπο) ξαπλωμένος.
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
-ή, -ό
1. απλωμένος, εκτεταμένος
2. (για άνθρωπο) ξαπλωμένος.