βλαισότητα

From LSJ

τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαιcause happiness to spring forth from the earth

Source

Greek Monolingual

η (Α βλαισότης) βλαισός
η ιδιότητα του βλαισού
αρχ.
(για τα μαλλιά) το να είναι σγουρά.