Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

γυρίνος

From LSJ

ἐν τῷ θέρει τὴν χλαῖναν κατατρίβων → wearing out one's cloak in summertime

Source

Greek Monolingual

ο (Α γυρίνος) γυρός
η προνυμφική μορφή τών άνουρων αμφιβίων μετά την εκκόλαψη τους
νεοελλ.
μικρό κολεόπτερο σαρκοφάγο.