εκκόλαψη

From LSJ

Τὸ μανθάνειν δ' ἥδιστον εὖ λέγοντος, εἰ κέρδος λέγοι → It is the sweetest thing to learn from one speaking well, if they speak profitably

Sophocles, Antigone, 1031-2

Greek Monolingual

(AM ἐκκόλαψις)
η έξοδος του νεοσσού από το αβγό
νεοελλ.
ωρίμανση, εμφάνισηεκκόλαψη συνωμοσίας»).