διεξαγορεύω

From LSJ

Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund

Menander, Monostichoi, 537

Greek (Liddell-Scott)

διεξαγορεύω: ἐπιτεταμ. ἐξαγορεύω· ― ἀθεότητα ἀναφανδὸν διεξαγορευέτω, μὴ πρόνοιαν Εὐσέβ. πρὸς τὰ Ἱεροκλέους § 48.

Spanish (DGE)

proclamar públicamente, confesar ἀθεότητα Eus.Hierocl.48.