εθελοπρόξενος

From LSJ

Πολλοὺς τρέφειν εἴωθε τἀδικήματα → Multos consuevit alere iniuria et nefas → Gar viele sind's, die Unrechttun zu nähren pflegt

Menander, Monostichoi, 445

Greek Monolingual

ἐθελοπρόξενος, ο (Α)
αυτός που γίνεται πρόξενος μόνος του χωρίς να του ζητηθεί από την πόλη την οποία εκπροσωπεί.