Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ενεδρευτής

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3

Greek Monolingual

ο (AM ἐνεδρευτής)
αυτός που ενεδρεύει, που μετέχει σε ενέδραενεδρευτής στρατιώτης»)
νεοελλ.
γένος κολεόπτερων εντόμων της οικογένειας τών καραβιιδών.