επιών

From LSJ

εὐάγωγόν ἐστι πᾶς ἀνὴρ ἐρῶνevery man in love is compliant

Source

Greek Monolingual

ἐπιών, ἐπιοῦσα, ἐπιόν (AM)
μτχ. ενέστ. του ρ. έπειμι.