ευθυτράχηλος

From LSJ

ἐπέμψατε ἀγγέλους τοῖς ἀλλήλοις ὥστε ἔγνωτε τὸν κίνδυνον → you sent messengers to one another so that you knew the danger

Source

Greek Monolingual

εὐθυτράχηλος, -ον (Α)
αυτός που έχει ίσιο τράχηλο.