ζευλόλουρο
From LSJ
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
Greek Monolingual
το
βλ. ζευγόλουρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζευγό-λουρο με αφομοίωση].
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
το
βλ. ζευγόλουρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζευγό-λουρο με αφομοίωση].