ημικαλάθιον

From LSJ

οὐκ ἔστιν ὧδε ἀλλὰ ἠγέρθη → He is not here, but is risen

Source

Greek Monolingual

ἡμικαλάθιον, τὸ (Α)
(ως μέτρο χωρητικότητας) μισό καλάθι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + κάλαθος].