θαλάμι

From LSJ

τὸν πυλῶνα καὶ τὸ ἐν αὐτῷ ἐμπέτασμα → the parodos gateway with its curtain

Source

Greek Monolingual

και θολάμι, το (Μ θαλάμιν)
(νεολλ.) (αλιευτ.) φωλιά θαλάσσιων ζώων μέσα σε ρωγμές βράχων του βυθού ή μέσα σε άλλες υποθαλάσσιες κοιλότητες·