ιδιόθερμος

From LSJ

Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück

Menander, Monostichoi, 417

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που έχει δική του θερμοκρασία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιδιο- + -θερμος (< θερμός), πρβλ. ένθερμος, ολόθερμος].