ιδρωταδενίτιδα

From LSJ

ἀεί ποτ' εὖ μὲν ἀσκός εὖ δὲ θύλακος ἅνθρωπός ἐστι → this guy's always good at being a wineskin, and at times a winesack

Source

Greek Monolingual

η
επιφανειακό απόστημα που αναπτύσσεται σε έναν αποκρινή ιδρωτοποιό αδένα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hidradenitis < hidr- (πρβλ. ιδρώς, -ώτος) + adenitis (πρβλ. αδενίτις, -ίτιδα)].