ισχνοσύνθετος

From LSJ

Νίκησον ὀργὴν τῷ λογίζεσθαι καλῶς → Ratione rem putando vince irae impetum → Besiege deinen Zorn durch deines Denkens Kraft

Menander, Monostichoi, 381

Greek Monolingual

ἰσχνοσύνθετος, -ον (Μ)
πολύ λεπτοφτιαγμένος, όχι πυκνός και σκληρός.