καμπτικόν

From LSJ

ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice

Source

Russian (Dvoretsky)

καμπτικόν: τό сгиб, сочленение (δακτύλου Arst.).