ἐκτὸς τῆς ἡμετέρας ἐπόψεως → beyond our range of vision
κοτυλαῖος, -αία, -ον (Μ) κοτύληαυτός που χωρεί σε μια κοτύλη, σε ένα κύπελλο, που είναι ίσος με μια κοτύλη, λιγοστός.