κρεμάμενα

From LSJ

ἐν εἴδει παροιμίας τίθεσθαι → to consider as an example

Source

Greek Monolingual

τα
τα εξάρτια του πλοίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. πληθ. της μτχ. ενεστ. κρεμάμενος -η -ο(ν) του ρ. κρέμαμαι].