θυγάτριον ὡραῖον ἤδη γάμου → a girl already of marriageable age | a daughter, already marriageable
το κρυοπαγώτο αποτέλεσμα της επίδρασης του έντονου ψύχους σε ένα όργανο ή μέλος του σώματος, κυρίως στα δάκτυλα τών ποδιών και τών χεριών.