κώμο

From LSJ

δίδαξε γὰρ Ἄρτεμις αὐτὴ βάλλειν ἄγρια πάντα → for Artemis taught him how to shoot all wild beasts

Source

Greek Monolingual

κῶμο (Α)
κώμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κωμικός βαρβαρισμός στον Αριστοφάνη].