λαμπροστόλιστος

From LSJ

πολλοὶ γάρ εἰσιν κλητοὶ ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί → many are called, but few are chosen

Source

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ λαμπροστόλιστος, -ον)
στολισμένος με εξαίρετο τρόπο.