λεκανομάντης
From LSJ
Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)
Greek Monolingual
ο (Α λεκανόμαντις, -άντεως, Μ λεκανομάντης)
αυτός που μαντεύει παρατηρώντας το υγρό που βρίσκεται σε λεκάνη, αυτός που ασκεί λεκανομαντ(ε)ία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λεκάνη + μάντις.