Οὔτοι ποθ' οὑχθρός, οὐδ' ὅταν θάνῃ, φίλος → One's enemy does not become one's friend when they die
-η, -οο μεταξένιος.[ΕΤΥΜΟΛ. < μετάξι ή μέταξα. Η λ. μαρτυρείται από το 1852 στη Μετάφραση Υποκόμ. της Βραζελόνης].