μοδίστρα

From LSJ

ὑπακούσατε δεξάμεναι θυσίαν καὶ τοῖς ἱεροῖσι χαρεῖσαι → accept my sacrifice and enjoy these holy rites | hearken to our prayer, and receive the sacrifice, and be propitious to the sacred rites | hear my call, accept my sacrifice, and then rejoice in this holy offering I make

Source

Greek Monolingual

και μοδίστα, η
αυτή που κάνει κοπτική και ραπτική γυναικείων ενδυμάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. μοδίστα < γαλλ. modiste (< mode «μόδα» < λατ. modus «τρόπος») Το -ρ- του μοδίστρα αναλογικά προς το ράφ-τρα].